Κυριακή 28 Ιουλίου 2019

Μια οφειλόμενη απάντηση στον βουλευτή Αχαΐας, κ. Αλέξη Τσίπρα

Ως άλλος τοπικός βουλευτής, ο Πρόεδρος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης 6 μέρες αφού εγκατέλειψε το Μέγαρο Μαξίμου, έψεξε την Κυβέρνηση για την ανάκληση της απόφασης για ίδρυση της 4ης Νομικής Σχολής στην Πάτρα (που ούτως ή άλλως ακόμη ήταν «στα χαρτιά» και δεν λειτούργησε ποτέ), λέγοντας ότι με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση αφ’ ενός μεν δήθεν επιχείρησε να τιμωρήσει το λαό της Αχαΐας που σε επίπεδο νομού έβγαλε πρώτο κόμμα το ΣΥΡΙΖΑ, αφ’ ετέρου δε ανοίγει το δρόμο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, κάνοντας λόγο μάλιστα για υποκρισία. Διερωτάται ουσιαστικά: πώς είναι δυνατόν να είστε αντίθετοι με τη δημιουργία 4ης Νομικής Σχολής και την ίδια ώρα να είστε υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων, που μπορεί να οδηγήσουν σε δημιουργία 4ης , 5ης ή και 6ης Νομικής Σχολής στην Ελλάδα.

Αντιπαρερχόμενος το πρώτο σημείο της «κριτικής» περί δήθεν τιμωρίας του αχαϊκού λαού, που είναι αποτελεί άριστο δείγμα παλαιοκομματικής γηπεδικού τύπου αστειότητας, που κι ο τελευταίος πολιτευτής του 19ου αιώνα δεν θα μπορούσε να σκεφθεί, αξίζει να δοθεί μια πιο συγκροτημένη απάντηση στο δεύτερο σημείο κριτικής: Ενέχει μια τέτοια απόφαση της κυβέρνησης της ΝΔ αντίφαση; Η απάντηση είναι όχι. Και εξηγούμεθα:

Η παροχή της Παιδείας πρέπει να είναι ελεύθερη. Το κράτος προφανώς θα πρέπει να έχει λόγο στο ουσιαστικό περιεχόμενο των υπηρεσιών εκπαίδευσης που παρέχονται, αλλά είναι εντελώς αδιανόητο το 2019 το μοναδικό σχεδόν αγαθό που να απαγορεύεται να παρέχει ιδιώτης να είναι η Παιδεία, την ώρα μάλιστα που το ίδιο αγαθό επιτρέπεται να παρέχεται από ιδιώτες, όταν αυτό αφορά την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Τα επιχειρήματα που συνεχίζουν να διατυπώνονται ιδίως από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και της επέκεινα εκείνου Αριστεράς (περί απαξίωσης του Δημοσίου Πανεπιστημίου, περί εισόδου της αγοράς στο χώρο της Παιδείας κλπ.), ακόμη κι αν μπορούσαν να αποτελούν αντικείμενο συζήτησης και δημόσιου διαλόγου την δεκαετία του 1980, έχουν ξεπεραστεί από τα ίδια τα πράγματα στα τέλη της δεκαετίας του 2010. Και μόνο το γεγονός ότι η μοναδική χώρα σε αυτή την (ευρωπαϊκή και βαλκανική) γειτονιά του κόσμου που δεν επιτρέπει τα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια είναι η Ελλάδα, την ώρα που πλέον οι πάσης φύσεως αποστάσεις έχουν εκμηδενιστεί, καθιστά την όλη συζήτηση προσχηματική και μέσο παρεμπόδισης μιας αυτονόητης (θετικής) εξέλιξης. Άρα, στόχος του Υπουργείου Παιδείας πρέπει να είναι ισχυρό και ποιοτικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο, χωρίς να απαγορεύει την ίδρυση Ιδιωτικών Πανεπιστημίων.

Αν, λοιπόν, η ίδρυση και λειτουργία Ιδιωτικών ή μη Κρατικών Πανεπιστημίων είναι αυτονόητη, γιατί να μην ιδρυθεί από το Κράτος μια 4η Νομική Σχολή; Γιατί να μπορεί να ιδρύσει ο ιδιώτης Νομική Σχολή και να αρνούμαστε αυτό στο ίδιο το Κράτος;

Γιατί το κράτος έχει προτεραιότητες και ιεραρχήσεις που προφανώς είναι διαφορετικές από αυτές του ιδιώτη. Το Κράτος, με βάση την οικονομική δυνατότητα που έχει, οφείλει να ιεραρχεί τις προτεραιότητές του και να προτάσσει την κάλυψη των αναγκών που κρίνει ως σπουδαιότερες σε σχέση με κάποιες άλλες. Και το βέβαιο είναι ότι αυτή την στιγμή η ίδρυση μιας 4ης Νομικής Σχολής και μάλιστα στην Πάτρα δεν μπορεί κατά οιαδήποτε λογική να κριθεί ως προτεραιότητα για το Ελληνικό Δημόσιο:

– Το κόστος της δημιουργίας μιας Σχολής και μάλιστα σε Πανεπιστήμιο (όπως αυτό της Πάτρας) που δεν έχει συναφείς σχολές και βιβλιοθήκες έχει πολύ σημαντικό κόστος ίδρυσης και λειτουργίας.

– Την ίδια ώρα, οι ήδη υπάρχουσες Νομικές Σχολές έχουν ανάγκη σημαντικής οικονομικής ενίσχυσης για την ορθή και ποιοτική λειτουργία τους. Το ίδιο – ίσως και ακόμη περισσότερο – αυξημένες ανάγκες χρηματοδότησης έχουν άλλες Σχολές άλλων γνωστικών αντικειμένων. Γιατί, λοιπόν, να δημιουργηθεί άλλη μια προβληματικώς λειτουργούσα σχολή και να μην βελτιωθούν οι συνθήκες φοίτησης στις λοιπές σχολές; Λύσαμε τα υπάρχοντα προβλήματα, για να δημιουργηθούν άλλα;

– Μία, μάλιστα, από τις υπάρχουσες Νομικές Σχολές, αυτή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης έχει αυξημένη ανάγκη ενίσχυσης και πάντως μη αποδυνάμωσής της και για προφανείς εθνικούς λόγους. Η δημιουργία μιας Νομικής Σχολής στην Πάτρα είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει σημαντική εκροή διδακτικού και φοιτητικού δυναμικού από την Κομοτηνή με πολλές παρεπόμενες επιπτώσεις.

– Θα μπορούσαμε να αναθεωρήσουμε πολλά από τα παραπάνω, αν υπήρχαν ανάγκες της ελληνικής οικονομίας για την «παραγωγή» επιπλέον νομικών. Τέτοιες ανάγκες δεν υπάρχουν. Είναι γνωστό ότι η αγορά έχει περίσσευμα νομικών, όλων των επιμέρους νομικών επαγγελμάτων (δικαστών, δικηγόρων, συμβολαιογράφων κ.ά.).

Σκοπίμως οι ανάγκες της αγοράς αναφέρονται ως τελευταίες, διότι, γενικώς η εκ του Κράτους εκπορευόμενη κατεύθυνση και προσδιορισμός των εκπαιδευτικών επιλογών των νέων μελών της κοινωνίας, μου προκαλεί μια μεγάλη επιφυλακτικότητα. Άλλωστε, ιδίως η κατάκτηση της επιστήμης της Νομικής είναι χρήσιμη ως επιστημονικό εφόδιο για οποιαδήποτε κατεύθυνση κι αν επιλέξει κανείς στην ζωή του. Εξάλλου, στην σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινωνία με τις μηδενικές αποστάσεις ο αποκλεισμός επιστημονικών πεδίων με βάση κριτήρια βασισμένα στις ανάγκες της μικρής μας χώρας είναι κοντόθωρη και επαρχιώτικη λογική. Η χώρα μας, με πλούσιο επιστημονικό προσωπικό και με αστείρευτο πολιτισμικό πλούτο θα μπορούσε να γίνει κέντρο παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών (τόσο από το Κράτος, όσο και από ιδιώτες) τόσο στην Νοτιοανατολική Ευρώπη και γιατί όχι και ευρύτερα και επομένως τα κριτήρια πρέπει να είναι ευρύτερα.

Οι ανωτέρω ιεραρχήσεις δεν ισχύουν για τον ιδιώτη. Ο ιδιώτης δεν διαχειρίζεται κρατικό χρήμα και δεν χρηματοδοτεί εκείνος την λειτουργία των υπαρχουσών σχολών. Δεν είναι εκείνος που βαρύνεται με την υποχρέωση να βάλει τις σωστές προτεραιότητες στην δαπάνη του κρατικού χρήματος για την πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Σε κάθε περίπτωση, και μετά την απελευθέρωση της ίδρυσης των ιδιωτικών πανεπιστημίων, δεν θα πάψει να υπάρχει κρατικός έλεγχος τόσο ως προς την ίδρυση και λειτουργία, όσο και ως προς το περιεχόμενο των σπουδών που θα παρέχουν.

Άρα, κύριε βουλευτά Αχαΐας, η ίδρυση και λειτουργία μιας 4ης Νομικής Σχολής στην Πάτρα ιδίως με τον τρόπο που επιχειρήθηκε να γίνει (χωρίς καμία απολύτως προετοιμασία) θα προκαλούσε περισσότερα προβλήματα στις νομικές σπουδές στην χώρα μας από όσα υπάρχουν σήμερα και δεν θα κάλυπτε καμία απολύτως ανάγκη. Η κρίση αυτή για την επιβαλλόμενη μη ίδρυση 4ης (κρατικής) Νομικής Σχολής στην Πάτρα δεν έχει να κάνει με την ελεύθερη πανεπιστημιακή εκπαίδευση που αποτελεί αίτημα αυτονόητο για μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα στις αρχές της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης. Όσο για την γηπεδικού τύπου κριτική, τώρα ιδίως που είστε στην αντιπολίτευση δεν είναι και ιδιαιτέρως επικίνδυνη.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο www.pineiosnews.gr στις 13.7.2019

Κυριακή 23 Ιουνίου 2019

4,5 ΧΡΟΝΙΑ ΣΥΡΙΖΑ ΣΕ ΤΙΤΛΟΥΣ

Στις αρχές του επόμενου μήνα μας δίνεται η ευκαιρία να επιλέξουμε την κυβέρνηση των επόμενων τεσσάρων ετών. Όπως επιβάλλεται πριν από κάθε κάλπη, είναι η ώρα να αναλογιστούμε τι ζήσαμε τα τελευταία 4,5 χρόνια, ώστε να αποφασίσουμε ποια από τις προτεινόμενες «λύσεις» πρέπει να απορρίψουμε, ώστε στην συνέχεια να αποφασίσουμε ποια θα προκρίνουμε: 

Α. Σε οικονομικό επίπεδο, η ομάδα που μας κυβερνά ανέκοψε την πορεία της χώρας προς την έξοδο από την στενή οικονομική επιτήρηση και πήγε την χώρα και την οικονομία μας πολλά βήματα πίσω. Μετά ένα απολύτως καταστροφικό πρώτο εξάμηνο – για το οποίο δεν φταίει (μόνο) oΒαρουφάκης, αλλά ο Πρωθυπουργός της χώρας – η κυβέρνηση παρέδωσε όλα όσα οι «μπαμπούλες» του «παλιού πολιτικού συστήματος» αρνούνταν να παραδώσουν (βλ. π.χ. το 100ετές Υπερταμείο). Η φοροεπιδρομή που ακολούθησε και που έπληξε μεταξύ άλλων τους σε απίστευτο βαθμό ιδίως τους φορολογικά συνεπέστερους από τους ελεύθερους επαγγελματίες, ήρθε να προστεθεί στην στάση της κυβέρνησης που δεν πήρε πίσω κανένα από τα μέτρα που με τόσο πάθος κατήγγελλε όσο ήταν στην Αντιπολίτευση. 

Β. Σε εθνικό επίπεδο, η υπηρέτηση των διαχρονικών στόχων της χώρας υποχώρησε σημαντικά. Η βεβιασμένη και εσπευσμένη συμφωνία των Πρεσπών υιοθετήθηκε από την ομάδα που μας κυβερνά, περισσότερο για να πλήξει και να διασπάσει την αντιπολίτευση και για να δώσει προς τα έξω διαπιστευτήρια αποτελεσματικότητας ως προς το τι μπορούσε να επιβάλει στο εσωτερικό της χώρας. Παρά τους διακαείς πόθους της κυβέρνησης, η αντιπολίτευση έμεινε αλώβητη και αυτό που τελικά έμεινε ήταν μια διεθνής συμφωνία που δεσμεύει την χώρα για αόριστο χρόνο και που ανατρέπει «εθνικά δίκαια» και εθνικές στρατηγικές δεκαετιών που υιοθετούσαν διαχρονικά όλες οι βασικές πολιτικές δυνάμεις. Κι όλα αυτά με μόνο αντάλλαγμα το νεφελώδες επιχείρημα της μη εξακολούθησης «δαπάνης εθνικού κεφαλαίου». 

Γ. Το χειρότερο, όμως, που κατά τον γράφοντα έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια έχει να κάνει με το επίπεδο των θεσμών. Την συμβολική (δια των ενδυματολογικών επιλογών) υποτίμηση του Κοινοβουλίου τις πρώτες μέρες διακυβέρνησης της χώρας διαδέχθηκε πρωτοφανής επίθεση εναντίονκάθε δημοκρατικού θεσμού. Οι άνθρωποι που διακήρυτταν ότι ήταν «ήταν κάθε λέξη του Συντάγματος» (α) διεξήγαγαν δημοψήφισμα-παρωδία (βλ. ερώτημα, χρόνο προδημοψηφισματικής περιόδου, απουσία κάθε διαλόγου προ του δημοψηφίσματος), το αποτέλεσμα του οποίου αγνόησαν πλήρως και χωρίς περιστροφές(β) επέλεξαν ηγεσία του Αρείου Πάγου πέντε μέρες προ του δημοψηφίσματος 3 η ώρα το πρωί, (γ) πίεζαν – σε βαθμό που προσέγγιζε την ποινικώς κολάσιμη εκβίαση – ανερυθρίαστα (ευτυχώς μάταια) τους Δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας, για να κρίνουν ως συνταγματικό τον κραυγαλέα (στα μάτια σύσσωμης της επιστημονικής κοινότητας) αντισυνταγματικό νόμο για τις τηλεοπτικές άδειες,ενώ (δ) απέτυχαν σε όλα τα κομβικά και σπουδαία (για αυτούς) νομοθετήματά τους να περάσουν τον δικαστικό έλεγχο της συνταγματικότητάς τους

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήρθε και η τραγωδία στο Μάτι το καλοκαίρι του 2018, για να δείξει ότι οι άνθρωποι έχουν χάσει ακόμη και την στοιχειώδη ανθρώπινη ευαισθησία. Ανεξάρτητα από το αν υπάρχουν ποινικές ή άλλες ευθύνες ως προς τον επιχειρησιακό χειρισμό της κρίσης, έχει πλήρως αποδειχθεί  ότι την ώρα της απόλυτης τραγωδίας η κυβέρνηση νοιαζόταν μόνο να στήνει συσκέψεις-παρωδίες και να ενορχηστρώνει επιχειρήσεις απόδοσης ευθυνών στους ίδιους τους πληγέντες.



Το μόνο που νοιάζει τους αυτοανακηρυχθέντες ως «οπαδούς του νέου στην πολιτική» είναι πώς θα ξεγελάσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς (Δικαιοσύνη, Ανεξάρτητες Αρχές, Κοινοβούλιο),για να επιδίδονται στην πολιτική συνήθεια που είναι πιο παλιά από την ίδια την σύσταση του ελληνικού κράτους: στον διορισμό ημετέρων, στο γνωστό μας ρουσφέτι. Από το 2015 το κόστος μισθοδοσίας του Δημοσίου αυξήθηκε κατά 2 δις ευρώ περίπου (περίπου 13%).

Τα τελευταία χρόνια, την ώρα που ο κόσμος κάνει ασύλληπτα άλματα και η 4η βιομηχανική επανάσταση έχει ήδη αρχίσει, εμείς έχουμε παραδώσει εδώ και τέσσερα χρόνια τα κλειδιά της χώρας σε μια ομάδα ανθρώπων που στερούνται στοιχειωδών ικανοτήτων για να ηγηθούν της χώρας μας. Για να καλύψουν την ανικανότητά τους,διαιωνίζουν διλήμματα και συντηρούν προβλήματα που εκείνους τους κάνουν να αισθάνονται οικεία και να νιώθουν δυνατοί, αποστερούν όμως την χώρα μας από κάθε δημιουργική ικμάδα. Για να εξυπηρετήσουν την επ’ ελάχιστον κυβερνητική τους μακροημέρευση, δεν έπαψαν να θέτουν διαχωρισμούς της δεκαετίας του 1940 και να αναδεικνύουν ρητορική μίσους, που ψευδεπίγραφα δήθεν αντιμάχονται. 

Για αυτό, στις 7 Ιουλίου είναι η ώρα η διακυβέρνηση της χώρας να ανατεθεί σε άλλους κυβερνήτες, για να κυβερνήσουν με βάση τα διακυβεύματα του σήμερα και ιδίως του αύριο

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2019

Παρατάξεις, ηθική και ηθικολογίες

Η σημερινή κυβέρνηση εδώ και 4,5 χρόνια έχει κάνει ό,τι μπορεί, για να ευτελίσει την έννοια της πολιτικής και του πολιτικού. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό και ενδεχομένως πρωτόγνωρο στην πολιτική ιστορία (τουλάχιστον) της χώρας μας ένα πολιτικό κόμμα να έχει κάνει τόσα πολλά εξ όσων ως αντιπολίτευση κατήγγελλε:
- Αντί να σκίσει το Μνημόνιο με ένα άρθρο και ένα νόμο, τον Αύγουστο του 2015 μας έφερε το 3ο Μνημόνιο και προχώρησε σε πρωτοφανείς παραχωρήσεις που οι… «γερμανοτσολιάδες» των προηγούμενων κυβερνήσεων από το 2010 και μετά δεν διανοούνταν να συζητήσουν (βλ. το 99ετές Υπερταμείο).
- Ενώ κατήγγελλε το πελατειακό κράτος, γιγάντωσε την πρακτική της πρόσληψης «συμβασιούχων» με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, ακόμη και μετά την προαναγγελία της διάλυσης της Βουλής, κυριολεκτικά μέχρι την τελευταία μέρα στην εξουσία.
- Ενώ επετίθεντο στα μέλη των παλαιότερων κυβερνήσεων για προκλητικές σχέσεις με επιχειρηματίες και το οικονομικό κατεστημένο, «πιάστηκαν με την γίδα στην πλάτη», για να μιλήσουμε ακριβέστερα, πιάστηκε ο πρωθυπουργός με το πούρο στο κότερο γνωστού εφοπλιστή και με την «γάτα των Ιμαλαΐων» στην αγκαλιά του.
- Ενώ δαιμονοποιούσαν την ιδιωτική εκπαίδευση και της επετίθεντο διαρκώς και μανιωδώς και ως κυβέρνηση, στην ιδιωτική τους ζωή επέλεγαν να στέλνουν τα παιδιά τους σε γνωστά και εμβληματικά ιδιωτικά σχολεία.
Τα παραδείγματα είναι πάμπολλα και είναι ανούσιο να τα απαριθμήσουμε εξαντλητικά.
Ένα είναι βέβαιο: Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με την βοήθεια και των πολύτιμων συνεργατών τους ΑΝΕΛ μέχρι τις αρχές του 2019 κατάφερε να συνδέσει άρρηκτα το όνομά της με το ανερυθρίαστο ψεύδος και την πολιτική εξαπάτηση και μάλιστα σε εντυπωσιακά μικρό χρόνο. Κι άλλες κυβερνήσεις στο παρελθόν στιγματίστηκαν ως ανακόλουθες και πρωταθλήτριες στην πολιτική εξαπάτηση, ποτέ καμία όμως σε τόσο μικρό χρόνο. Με βάση τα αποτελέσματα των (δικαιωμένων πια λόγω Ευρωεκλογών) δημοσκοπήσεων, η αντίληψη αυτή κυριαρχεί – δικαίως – στην κοινή γνώμη από την Άνοιξη του 2016, σχεδόν ένα έτος μετά την ανάδειξή της στην εξουσία.
Κι επειδή αρεσκόμαστε γενικά στην γενίκευση και στην ισοπεδωτική κριτική, δεν είναι λίγοι – ιδίως ομοϊδεάτες μου – τον τελευταίο καιρό που συνηθίζουν να ρίχνουν τον λίθο του αναθέματος στην Αριστερά εν γένει. «Έτσι είναι η Αριστερά», λένε και κομπορρημονούν για την ηθικότητα της παράταξής τους (μας) και την ανηθικότητα της αντίπαλης παράταξης.
Από την άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος, δεν είναι λίγες οι φορές που ταυτίζεται ο «αριστερός» με τον καλό και ηθικό άνθρωπο που νοιάζεται για τον συνάνθρωπό του, ενώ ο «δεξιός» ταυτίζεται με τον «μοναχοφάη άρπαγα».
Ευτυχώς ή δυστυχώς, η ηθική ελάχιστη σχέση έχει με τις παρατάξεις εν γένει και τους πολιτικούς χώρους. Οι παρατάξεις δεν μπορούν να θεωρούνται συλλήβδην ως ηθικές ή ανήθικες. Οι ιδεολογίες που οι παρατάξεις εκπροσωπούν και μάχονται για την επικράτησή τους δεν είναι ηθικές ή ανήθικες. Μπορούν να θεωρούνται (τεκμηριωμένα ή μη) σωστές ή λάθος, πετυχημένες ή αποτυχημένες, όχι όμως και ως συλλήβδην ως ηθικές ή ανήθικες. Κριτήριο της επιτυχίας των ιδεολογιών και των πολιτικο-οικονομικών συστημάτων είναι η ευημερία των ανθρώπων και των κοινωνιών. Η ηθική δεν έχει σχέση με αυτό.
Και οι δύο (ή και περισσότερες) πλευρές του πολιτικού φάσματος μάχονται για έναν καλύτερο κόσμο και μια καλύτερη κοινωνία. Δεν σημαίνει ότι έχουν και οι δύο πλευρές δίκιο. Κατά την άποψη του γράφοντος, τα πολιτικώς και οικονομικώς φιλελεύθερα συστήματα με κάποια σχετικά περιορισμένη κρατική παρέμβαση ιστορικά έχουν αποδείξει ότι μπορούν να οδηγήσουν σε κοινωνίες πιο δυναμικές, με πιο ελεύθερους ανθρώπους, με μεγαλύτερη κοινωνική κινητικότητα και που πήγαν (οι κοινωνίες) τον εαυτό τους και τον κόσμο συνολικά πιο μπροστά. Και θα μάχομαι και η δική μας κοινωνία να κινηθεί σε μια τέτοια κατεύθυνση. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι οι αντίθετες προς την δική μου ιδεολογίες είναι ανήθικες ή ότι οι άνθρωποι που υιοθετούν μια τέτοια ιδεολογία έχουν κάποιο ηθικό κουσούρι.
Οι άνθρωποι που απαρτίζουν την κυβέρνηση που μας κυβερνά μέχρι τις 7 Ιουλίου έχουν κατακτήσει με το σπαθί τους το βραβείο των πιο ανακόλουθων κυβερνώντων στην πολιτική ιστορία της χώρας μας. Και θα πρέπει με την ψήφο μας να αποχωρήσουν από την εξουσία με το στίγμα αυτό να τους ακολουθεί, όχι διότι είναι αριστεροί, αλλά διότι οι συγκεκριμένοι αυτοί άνθρωποι με συγκεκριμένες πράξεις και παραλείψεις τους ευτέλισαν συστηματικά την πολιτική και την Δημοκρατία. Το στίγμα αυτό δεν το φέρει η Αριστερά εν γένει, αλλά ο συγκεκριμένος πρωθυπουργός και οι συγκεκριμένοι πρωταγωνιστές της ομάδας του. Οι απλουστεύσεις και οι ηθικολογίες δεν έκαναν ποτέ καλό σε κανέναν, πολύ περισσότερο αν μιλάμε για την χώρα μας.
Άρθρο μου στην ηλεκτρονική εφημερίδα www.onlarissa.gr της 21.6.2019


Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019

Όταν τα λόγια χάνουν το νόημά τους

Η ομάδα προσώπων που συγκροτεί τη σημερινή κυβέρνηση είχε συνηθίσει, ιδίως κατά την επέτειο του Πολυτεχνείου, αλλά και σε κάθε ευκαιρία, να βγάζει – πετυχημένους, είναι αλήθεια, πολλές φορές – «πανηγυρικούς» για τη Δημοκρατία.



Οι πύρινοι αυτοί λόγοι κορυφώθηκαν την περίοδο 2012-2015, όταν η τότε συμπολίτευση εξομοιωνόταν με ομάδα δικτατορίσκων, που έριχνε «μαύρο» στην ΕΡΤ και πρόδιδε τη χώρα της χάριν των κακών Ευρωπαίων.
Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Ήδη μετράμε τέσσερα έτη διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και πλέον έχουμε επαρκή στοιχεία για να διατυπώσουμε την κρίση ότι έχουμε να κάνουμε με την πιο εχθρική στη Δημοκρατία και τους θεσμούς της κυβέρνηση που έχουμε δει όσοι τουλάχιστον γεννηθήκαμε από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 μετά. Δεν ξέρω τι πρέπει να πρωτοθυμηθούμε:
- Το αλήστου μνήμης δημοψήφισμα του 2015 με το ερώτημα-παρωδία διατυπούμενο έξι μέρες πριν από την ψηφοφορία, το αποτέλεσμα του οποίου αγνοήθηκε (εκ του αποτελέσματος ευτυχώς) όσο ποτέ ξανά σε δυτική Δημοκρατία;
- Την έκδοση τόσων Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου το 2015, ώστε να ξεπεράσουν κάθε όριο αναλογίας ΠΝΠ προς κανονικούς νόμους από τη μεταπολίτευση και εντεύθεν;
- Τις επανειλημμένες ευθείες επιθέσεις κατά Λειτουργών της Δικαιοσύνης όποτε η τελευταία διαπίστωνε τη θέσπιση νόμων που έρχονταν σε σύγκρουση με το Σύνταγμα;
- Τον διορισμό Προέδρου του Αρείου Πάγου χαράματα μία εβδομάδα πριν από το δημοψήφισμα;
- Την πρωτοφανή προσπάθεια παρέμβασης και διαμόρφωσης της απόφασης στην υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών;
Πέρα όμως από τα παραπάνω, αυτό που ζούμε τους τελευταίους μήνες δεν έχει προηγούμενο στη μεταπολίτευση: Κοινοβουλευτικές ομάδες διαλύονται, βουλευτές μετακινούνται από τη μια μέρα στην άλλη από Κ.Ο. σε Κ.Ο., επιχειρούνται αλλαγές σε κοινοβουλευτικούς κανόνες δεκαετιών για να εξυπηρετηθούν πρόσκαιρα ζητήματα συσχετισμών. Κι όλα αυτά, για να παραμείνει η παρέα που κυβερνά τη χώρα για λίγους ακόμη μήνες στην εξουσία.
Το χειρότερο, όμως, πλήγμα στη Δημοκρατία και τους θεσμούς της είναι η αποθέωση της ασυνέπειας και οι οβιδιακές μεταμορφώσεις σε ρυθμό υπαγορεύσεως. Το «go back κυρία Merkel» έγινε διθύραμβοι και προσπάθεια διά της Μέρκελ να συνετιστεί ο ατίθασος (για το θέμα των Σκοπίων) Μητσοτάκης. Το μνημόνιο, αντί να σκιστεί με έναν νόμο και ένα άρθρο, έμεινε μέχρι το 2060 διά του Υπερταμείου που καμία κυβέρνηση μέχρι τότε δεν δεχόταν να συσταθεί. Βουλευτές που ξιφουλκούσαν κατά οιασδήποτε ονομασίας των Σκοπίων που να περιέχει τη λέξη Μακεδονία μετά από ελάχιστους μήνες λένε τα εντελώς αντίθετα. Στελέχη της αντιπολίτευσης που έβγαζαν φιλιππικούς κατά της κυβέρνησης, γίνονται δεκτά «μετά βαΐων και κλάδων» μετά από ελάχιστο διάστημα στο κυβερνητικό σχήμα.
Και για όλα αυτά χωρίς κανείς από τους παραπάνω να αισθάνεται καν την ανάγκη να εκθέσει για ποιο λόγο τη μία μέρα λέει άσπρο και την άλλη μαύρο. Όπως όλοι οι άνθρωποι, έτσι και οι πολιτικοί έχουν κάθε δικαίωμα να αλλάξουν άποψη για ένα ζήτημα, όσο κρίσιμο και αν είναι. Οφείλουν, όμως, έστω και στοιχειωδώς, να αιτιολογήσουν στο εκλογικό σώμα τι ήταν αυτό που τους έκανε να αλλάξουν γνώμη και πορεία. Αντί για αυτό, τις περισσότερες φορές όχι μόνο δεν αιτιολογείται η αλλαγή στάσης, αλλά παρουσιάζεται σαν να μην υπήρχε ποτέ τέτοια αλλαγή, σαν ανέκαθεν να υπήρχε μία και ενιαία στάση.
Τα λόγια χάνουν το νόημά τους και το χειρότερο είναι ότι αυτό θεωρείται περίπου φυσιολογικό: «Έτσι είναι πια η πολιτική». Χειρότερη υπηρεσία στη Δημοκρατία από αυτό δεν υπάρχει. Στη Δημοκρατία το βασικό μέσο του πολιτικού ανταγωνισμού είναι ο λόγος και η προσπάθεια πειθούς. Όταν τα λόγια, όμως, χάνουν το νόημά τους, τότε ο δημοκρατικός ανταγωνισμός μετατρέπεται σε κακόγουστη φάρσα και τότε πραγματικά η ίδια η Δημοκρατία είναι σε κίνδυνο.
Σύντροφοι της κυβέρνησης, καλοί οι μεγάλοι σταυροί υπέρ της Δημοκρατίας και οι πανηγυρικοί. Για να παραφράσουμε, όμως, τον ποιητή, για να κρατήσουμε ένα ανεκτό επίπεδο για τη Δημοκρατία μας, «θέλει δουλειά πολλή». Και δυστυχώς, εσείς μετρηθήκατε και βρεθήκατε «τεμπέληδες».

Άρθρο μου στην εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ της Λάρισας της 24.2.2019 
https://www.eleftheria.gr/m/%CE%B1%CF%80%CF%8C%CF%88%CE%B5%CE%B9%CF%82/item/224011-%CE%BF%CF%84%CE%B1%CE%BD-%CF%84%CE%B1-%CE%BB%CF%8C%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%87%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%85%CE%BD-%CF%84%CE%BF-%CE%BD%CF%8C%CE%B7%CE%BC%CE%AC-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82.html



Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2019

40 χρόνια τα ίδια και τα ίδια

Αποτελεί το χαρακτηριστικότερο δείγμα της παθογένειας της ελληνικής πολιτικής και κοινωνίας ότι για 40 χρόνια περίπου, από την δεκαετία του 1980, συζητούμε ξανά και ξανά τα ίδια πράγματα. Κι αν την δεκαετία του 1980 τα εκατέρωθεν επιχειρήματα και ο διάλογος είχαν μια κάποια αξία, η πάροδος των χρόνων και ο τρόπος του πολιτεύεσθαι των φορέων των αντίθετων απόψεων, καθιστά την συνέχιση της συζήτησης μια φάρσα. 

Κορυφαίο παράδειγμα αποτελεί το ζήτημα της ίδρυσης των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ο σχετικός διάλογος τη δεκαετία του ’80 ήταν σχετικώς ενδιαφέρων. Μετά 40 έτη, όμως, αντιλαμβάνεται κανείς ότι κάθε διάλογος είναι πραγματικά ανούσιος. Εν έτει 2019 και ενώ έχει ξεκινήσει η 4η βιομηχανική επανάσταση και η Τεχνητή Νοημοσύνη έχει ήδη εισέλθει στη ζωή μας και η επιρροή της στην καθημερινότητά μας αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο, είναι αδιανόητο να προβάλλεται οποιοσδήποτε ισχυρισμός σχετικά με το μονοπώλιο του Κράτους στην παροχή πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Άλλωστε, σκοπός των πολεμίων της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι ξεκάθαρα μικροκομματικός: Να μην διαταραχθεί ένα κακοφορμισμένο σύστημα που συγκροτούν κάποιοι καθηγητές και κάποιοι φοιτητές και που αποτελούν τμήμα του στενού πυρήνα της παράταξης που μας κυβερνά. 

Δεν μπορώ να μην επισημάνω ότι για άλλη μια φορά αισθάνομαι την ικανοποίηση ότι τόσο σε προσωπικό επίπεδο, όσο και σε συλλογικό – εννοώντας την παράταξη που ανήκω – με συνέπεια υποστηρίζουμε εξ αρχής το αυτονόητο, που επικρατεί σε όλο τον κόσμο, έχοντας δικαιωθεί ιστορικά: Η οργανωμένη παροχής γνώσης και σε πανεπιστημιακό επίπεδο – πάντα υπό τον όρο διασφάλισης προδιαγραφών ποιότητας – είναι αδιανόητο να μην είναι ελεύθερη. 

Δυστυχώς, μας έλαχε η κοινοβουλευτική πλειοψηφία που εξελέγη το 2015 και που πήρε παραμάζωμα τα πάντα στο διάβα της να θελήσει να ασχοληθεί και με το Σύνταγμα (τρομάρα της), μπλοκάροντας – μεταξύ άλλων – για άλλα 5 έτη την απελευθέρωση της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ευτυχώς, σε λίγους μήνες η σημερινή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που αποτελεί εμπόδιο σε καθετί δημιουργικό στη χώρα, θα αποτελεί παρελθόν.

Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2019

Μωραίνει Κύριος...


Εδώ και αρκετό καιρό εκτιμούσα ότι αμέσως μετά τις γιορτές ο ΣΥΡΙΖΑ θα προχωρούσε σε πρόωρες εκλογές στήνοντας κάποιο πανηγυράκι διαφωνιών/αποχώρησης με τον Καμμένο. Οι λόγοι πολλοί: 

(α) Έχει υποσχεθεί πολλά (άρα έχει δημιουργήσει προσδοκίες σε όσους ήταν πρόθυμοι να αποκτήσουν) χωρίς να έχει χρειαστεί να εφαρμόσει ακόμη τίποτε, ενώ είναι εντελώς αμφίβολο αν μπορεί να εφαρμόσει όσα τώρα υπόσχεται. 

(β) Με το όλο εγχώριο και διεθνές οικονομικό κλίμα να είναι εντελώς ασταθές μέχρι τον Οκτώβριο είναι πιθανό ένα "ατύχημα" να επιδεινώσει ακόμη περισσότερο το κλίμα για την κυβέρνηση. 

(γ) Τέλος, μέχρι την Προεδρική εκλογή στις αρχές του 2020 μεσολαβεί περίπου 1 έτος, χρόνος ικανός να έχει κάποια φθορά η επόμενη κυβέρνηση της ΝΔ, ώστε να έχει νόημα για εκείνον να επιχειρήσει - με μια επανάληψη των μεθοδεύσεων τύπου Δήμα 2014 -  η νέα κυβέρνηση να αποτελέσει μια «δεξιά παρένθεση» και την διεξαγωγή εκλογών με απλή αναλογική.


Οι σημερινές εξελίξεις θα μπορούσαν να αποτελούν το πρώτο στάδιο υλοποίησης της εκτίμησής μου αυτής. Ωστόσο, αυτό που ξεπέρασε κάθε φαντασία μου είναι πόσο σκορποχώρι είναι οι ΑΝΕΛ. 

Πάντως, η διεκδίκηση ψήφου εμπιστοσύνης ΠΡΙΝ από την ψηφοφορία κύρωσης της Συνθήκης των Πρεσπών – λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις πιέσεις του διεθνούς παράγοντα και ιδίως την εντελώς πρόσφατη επίσκεψη Μέρκελ – δείχνει ότι ο Τσίπρας πιστεύει ότι έχει βρει τους αναγκαίους 151. Επειδή η υπερψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών φαίνεται ότι αποτελεί προσωπικό "στοίχημα" για τον ίδιο, αν αμφέβαλλε για την ψήφο εμπιστοσύνης, θα προέτασσε την ψηφοφορία για την Συνθήκη των Πρεσπών, στην οποία φαίνεται ότι - λόγω και της στάσης του "Ποταμιού" - έχει περισσότερες πιθανότητες επικράτησης. Και θα έκανε αμέσως μετά τις εκλογές (δια της μη εξασφάλισης ψήφου εμπιστοσύνης). Τώρα, αν θα τους βρει πράγματι τους 151, δεν θεωρώ ότι είναι εντελώς εξασφαλισμένο.

Προσωπικά εκτιμώ ότι όσο νωρίτερα γίνουν εκλογές και έχουμε μία νέα κυβέρνηση ΝΔ, τόσο καλύτερο θα είναι για την χώρα. Αλλά όσο πιο αργά γίνουν οι εκλογές και δη αν γίνουν στο τέλος της θητείας της παρούσας Βουλής, τόσο συμφερότερο θα είναι από κομματικής σκοπιάς για την ΝΔ: Αυξάνονται οι δυνατότητες της αυτοδυναμίας, αυξάνεται η φθορά της σε αποδρομή τελούσας κυβέρνησης, ενώ όσες εν ευρεία εννοία παροχές έχει ήδη εξαγγείλει η κυβέρνηση έχουν ήδη προεξοφληθεί από το εκλογικό σώμα.

Πίστευα ότι ο Τσίπρας – που είναι ακόμη ηλικιακά μικρός – θα είχε την "εξυπνάδα" να θυσιάσει λίγους μήνες κυβερνητικής θητείας για να βελτιώσει τους όρους του προσωπικού και κομματικού πολιτικού του μέλλοντος. Μάλλον διαψεύσθηκα. Προφανώς, μωραίνει Κύριος

Υ.Γ.: Όσο κι αν ξιφλουλκήσσουν στο εξής οι φίλοι ΣΥΡΙΖΑίοι κατά του "μιάσματος" Καμμένου, αυτό που έγραψε η ιστορία είναι ότι ο αδιανόητος κυβερνητικός εταίρος τους, Καμμένος έφυγε μόνος του και δεν τον έδιωξε ούτε ο Τσίπρας ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ